Δε βρίσκω το λόγο αυτή τη στιγμή να φτιάξουμε νέους ορισμούς για τον αναρχισμό-θα ήταν δύσκολο να βελτιώσουμε αυτούς που ήδη υπάρχουν και επινόησαν προ πολλού κάποιοι σπουδαίοι και πλέον νεκροί άγνωστοι. Ούτε χρειάζεται να χάνουμε χρόνο μιλώντας για τις γνωστές εκφάνσεις του αναρχισμού, κομμουνιστικός και ατομικιστικός και ούτω καθεξής, υπάρχουν στα βιβλία όλα αυτά. Είναι πιο σημαντικό να δούμε γιατί σήμερα δεν είμαστε πιο κοντά στην αναρχία από ότι ήταν ο Godwin, ο Proudhon, ο Kropotkin και η Goldman στην εποχή τους. Υπάρχουν πολλοί λόγοι, αλλά αυτοί που χρειάζεται να μας απασχολήσουν περισσότερο, είναι οι λόγοι για τους οποίους ευθύνονται οι ίδιοι οι αναρχιστές, αφού αν κάποιοι θα μπορούσαν πιο εύκολα να ξεπεραστούν, θα έπρεπε να είναι αυτοί, κάτι που δε βλέπω όμως να γίνεται.
Ερευνώντας για χρόνια την συχνά φρικτή και απογοητευτική δραστηριότητα στο χώρο των αναρχιστών, πιστεύω ότι οι αναρχιστές είναι ένας βασικός λόγος – και μάλλον και ένας επαρκής λόγος – που η αναρχία παραμένει μια ιδέα χωρίς ελπίδα να πραγματοποιηθεί. Οι περισσότεροι αναρχιστές είναι, ειλικρινά, ανίκανοι να ζήσουν με έναν αυτόνομο συνεργατικό τρόπο. Πολλοί από αυτούς δεν είναι και πολύ οξυδερκείς. Μελετούν τους δικούς τους κλασσικούς και τη δική τους λογοτεχνία αρνούμενοι οποιαδήποτε άλλη γνώση από τον υπόλοιπο κόσμο. Ουσιαστικά είναι δειλοί, δρουν με άλλους σαν αυτούς με τη σιωπηρή συμφωνία ότι κανένας δεν θα κρίνει τις απόψεις και τις δράσεις του άλλου απέναντι σε κάποιο πρότυπο πρακτικής και κριτικής ευφυΐας, ότι κανένας δε θα ξεπεράσει ένα δεδομένο επίπεδο μέσω των ατομικών επιτευγμάτων του και πάνω απ’ όλα ότι κανένας δεν αμφισβητεί τα εμβλήματα της αναρχικής ιδεολογίας.
Ο αναρχισμός, σαν χώρος, δεν απειλεί τόσο την υπάρχουσα τάξη, όσο είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος προσαρμογής σε αυτήν. Είναι ένας τρόπος ζωής, ή ένα συμπλήρωμα της, με τις δικές του ιδιαίτερες ανταμοιβές και θυσίες. Η ένδεια είναι αναπόφευκτη, μα γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δε σ’ αφήνει να αναρωτηθείς αν εκείνος ή ο άλλος αναρχιστής θα μπορούσε να είναι κάτι παραπάνω από ένας αποτυχημένος, ανεξάρτητα από την ιδεολογία του. Η ιστορία του αναρχισμού είναι μια ιστορία ασυναγώνιστης ήττας και μαρτυρίου, κι όμως οι αναρχιστές τιμούν τους προγόνους τους που έγιναν θύματα με μια νοσηρή αφοσίωση που προκαλεί την υποψία ότι και οι αναρχιστές, όπως όλοι οι υπόλοιποι, πιστεύουν ότι ο μόνος καλός αναρχικός είναι ο νεκρός αναρχικός. Η επανάσταση, η ηττημένη επανάσταση είναι λαμπρή, αλλά ανήκει στα βιβλία. Σε αυτόν τον αιώνα – η Ισπανία το 1936 και η Γαλλία το 1968 είναι σαφή παραδείγματα – η επαναστατική ορμή βρήκε τους επίσημους, τους οργανωμένους αναρχικούς απροετοίμαστους και γι’ αυτό αρχικά δεν την υποστήριξαν ή και χειρότερα. Η αιτία δεν είναι δύσκολο να βρεθεί. Δεν είναι επειδή όλοι αυτοί οι ιδεολόγοι ήταν υποκριτές (μερικοί ήταν). Αντίθετα, είχαν βρει μια καθημερινή ρουτίνα αναρχικής μαχητικότητας, που υποσυνείδητα υπολόγιζαν ότι θα κρατήσει επ’ αόριστον, αλλά μιας και η επανάσταση δεν είναι φανταστική στο εδώ και τώρα, αντέδρασαν με φόβο και άμυνα όταν τα γεγονότα ξεπέρασαν τη ρητορική τους.
Με άλλα λόγια, αν είχαν να επιλέξουν ανάμεσα στον αναρχισμό και την αναρχία, οι περισσότεροι αναρχικοί θα διάλεγαν την ιδεολογία και υποκουλτούρα του αναρχισμού από το να κάνουν ένα επικίνδυνο άλμα προς το άγνωστο, σε έναν κόσμο ακρατικής ελευθερίας. Αλλά μιας και οι αναρχικοί είναι σχεδόν οι μόνοι επικριτές του κράτους ως τέτοιο, αυτοί οι ελευθερόφοβοι αναπόφευκτα θα αναλάμβαναν περίοπτες θέσεις σε οποιαδήποτε εξέγερση πραγματικά αντικρατική. Όντας οι ίδιοι τύποι που τους αρέσει να ακολουθούν, θα βρίσκονταν ηγέτες μιας επανάστασης που θα απειλούσε τη σιγουριά τους όχι λιγότερο από ότι τους πολιτικούς και τους ιδιοκτήτες. Οι αναρχιστές θα υπονόμευαν την επανάσταση, συνειδητά ή μη, η οποία χωρίς αυτούς θα μπορούσε να έχει ξεμπερδέψει με το κράτος, χωρίς καν να σταθεί για να επαναλάβει το γνωστό καυγά Μαρξ/Μπακούνιν.
Στην πραγματικότητα, οι αναρχικοί στο όνομα δεν έχουν κάνει τίποτα για να αμφισβητήσουν το κράτος, όχι με κείμενα που δε διαβάζονται και είναι γεμάτα βαρύγδουπες ορολογίες, αλλά μεταδίδοντας το παράδειγμα ενός άλλου τρόπου να αναπτύσσεις σχέσεις με τους ανθρώπους. Οι αναρχιστές με τον τρόπο που κατευθύνουν την «επιχείρηση» του αναρχισμού είναι η καλύτερη διάψευση των αξιών τους. Πράγματι, στη Βόρεια Αμερική, τουλάχιστον οι μεγαλύτερες «ομοσπονδίες» των εργατιστών οργανωτών έχουν καταρρεύσει στην ανία και την εχθρότητα, κάτι που είναι καλό, αλλά η άτυπη κοινωνική δομή του αναρχισμού είναι ακόμα πέρα για πέρα ιεραρχική. Οι αναρχιστές αποδέχονται με απάθεια αυτό που ο Μπακούνιν ονόμασε «αόρατη κυβέρνηση», το οποίο στην περίπτωσή τους αποτελείται από τους συντάκτες (στην πραγματικότητα, αν όχι στο όνομα) μιας χούφτας από τις μεγαλύτερες και πιο μακροχρόνιες εκδόσεις αναρχιστών.
Οι εκδόσεις αυτές, παρά τις φαινομενικά βαθιές ιδεολογικές διαφορές τους, έχουν παρόμοιες νοοτροπίες του τύπου «ο πατέρας-ξέρει-καλύτερα» απέναντι στους αναγνώστες τους, καθώς και μια συμφωνία κυρίων που δεν επιτρέπει επιθέσεις της μιας στην άλλη, που θα φανέρωνε τις διαφορές τους και που διαφορετικά θα υπονόμευε το κοινό συμφέρον τους για την ηγεμονία στο κυρίως σώμα των αναρχιστών. Παραδόξως, μπορείτε πιο εύκολα να κατακρίνετε το Fifth Estate ή το Kick It Over στις σελίδες τους από ότι μπορείτε να κατακρίνετε, για παράδειγμα, το Processed World. Κάθε οργάνωση έχει περισσότερα κοινά με οποιαδήποτε άλλη οργάνωση από ότι με οτιδήποτε ανοργάνωτο. Η αναρχική κριτική πάνω στο κράτος, εάν οι αναρχιστές την καταλάβαιναν, δεν είναι παρά μια ειδική περίπτωση κριτικής πάνω στην οργάνωση. Και σε κάποιο βαθμό, ακόμα και οι αναρχικές οργανώσεις το αντιλαμβάνονται αυτό.
Οι αντι-αναρχικοί μπορούν κάλλιστα να ισχυριστούν ότι, εάν πρόκειται να υπάρχει ιεραρχία και καταπίεση, ας υπάρχει ανοιχτά και ας χαρακτηρίζεται ως τέτοια. Σε αντίθεση με αυτές τις αυθεντίες (τους δεξιούς «ελευθεριακούς», όπως είναι για παράδειγμα οι minarchists (ελάχιστα κρατιστές), εγώ πεισματικά επιμένω στην εναντίωση μου στο κράτος. Όχι όμως επειδή, όπως οι αναρχιστές τόσο συχνά και αλόγιστα λένε, το κράτος δεν είναι «απαραίτητο». Οι απλοί άνθρωποι απορρίπτουν αυτόν τον ισχυρισμό των αναρχιστών ως γελοίο, και καλά κάνουν. Προφανώς, σε μια βιομηχανοποιημένη ταξική κοινωνία, όπως η δική μας, το κράτος είναι απαραίτητο. Το θέμα είναι ότι το κράτος έχει δημιουργήσει τις συνθήκες στις οποίες είναι όντως απαραίτητο, με την απογύμνωση των ατομικοτήτων και των -πρόσωπο με πρόσωπο- σχέσεων τους. Ουσιαστικά, τα θεμέλια του κράτους (εργασία, ηθικολογία, βιομηχανική τεχνολογία, ιεραρχικές οργανώσεις) δεν είναι απαραίτητα, αλλά εναντιώνονται κιόλας στην ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών και επιθυμιών. Δυστυχώς, τα περισσότερα είδη του αναρχισμού αποδέχονται όλες αυτές τις λειτουργίες, αν και εναντιώνονται στη λογική κατάληξη τους: το κράτος.
Εάν δεν υπήρχαν αναρχιστές το κράτος θα έπρεπε να τους εφεύρει. Γνωρίζουμε ότι σε αρκετές περιπτώσεις έχει κάνει ακριβώς αυτό. Χρειαζόμαστε αναρχικούς απαλλαγμένους από τον αναρχισμό. Τότε, και μόνο τότε, μπορούμε να αρχίσουμε να παίρνουμε στα σοβαρά την προώθηση της αναρχίας.