Ο συνδικαλισμός και ο αγώνας για την αναρχία
Αυτό το κείμενο είναι μια προσπάθεια να αναδείξει πια είναι τα όρια ενός συνδικαλιστικού αγώνα. Κατά πόσο είναι αφομοιώσιμος από τους μηχανισμούς της κυριαρχίας και ποιά μπορεί να είναι η σχέση του με μια προοπτική αγώνα για την συνολική απελευθέρωση από κάθε εκμετάλλευση.
Έχουμε ακούσει και διαβάσει αρκετές φορές για επαναστατικό συνδικαλισμό και για το πώς η «εργατική τάξη» θα απελευθερωθεί και θα πάρει την παραγωγή υπό την διαχείριση της. Είναι γεγονός ότι αναρχικοί-ες οργανώθηκαν πολλές φορές σε συνδικαλιστικές οργανώσεις για να επιτύχουν την κοινωνική αλλαγή και την μετάβαση όπως λένε σε ένα αναρχοκουμουνιστικό ή συνδικαλιστικό σύστημα οργάνωσης της κοινωνίας.
Ο αρχικός μας προβληματισμός είναι κατ’ πόσο οι αναρχικές απόψεις και η αδιάλλακτη στάση απέναντι στην εξουσία μπορούν να βγουν ακλόνητες μέσα από τους συνδικαλιστικούς αγώνες και τις εργατικές διεκδικήσεις.
Αναντίρρητα οι εργάτες-τριες παίζουν καθοριστικό ρόλο κατά την παραγωγική διαδικασία και τα αφεντικά καρπώνονται τους κόπους τους. Θα μπορούσε να πει κάποιος, (και κατά μια έννοια αν το βλέπαμε μονοδιάστατα θα συμφωνούσαμε μαζί του) οι εργαζόμενοι πρέπει να οργανώνονται και να απαιτούν από τα αφεντικά τους καλύτερους όρους εργασίας. Παρόλα αυτά οι συντεχνιακοί αγώνες δεν έχουν απελευθερωτική προοπτική. Οι εργάτες –τριες οργανωμένοι σε συνδικάτα έχουν ως σκοπό να υπερασπίσουν τα δικαιώματα τους κόντρα στις αυθαιρεσίες και την αυταρχικότητα της εργοδοσίας, και αυτό ακούγεται σωστό υπό το πρίσμα της συντήρησης του συστήματος.
Τα εργατικά συνδικάτα ως τέτοια θέλοντας ή μη είναι αναγκασμένα να αγωνιστούν σε συνθήκες οι οποίες έχουν φτιαχτεί και ελέγχονται από τους κυρίαρχους. Δηλαδή οι νόμοι και οι κανόνες που διέπουν τις εργασιακές σχέσεις και συνθήκες έχουν καθοριστεί και διαχειρίζονται από το κράτος. Διαπιστώνουμε με εύκολο τρόπο ότι η όποια διεκδίκηση εντός του πλαισίου αυτού είναι ένα στημένο παιχνίδι και ακόμα ότι ο συνδικαλισμός είναι από τη φύση του μια ενδοσυστημική κατάσταση που κάποιες φορές βοηθάει στο να αμβλυνθεί ο κοινωνικός ανταγωνισμός (πάντα εντός του συστήματος). Για παράδειγμα, στην καλύτερη των περιπτώσεων κάποιο συνδικάτο πετυχαίνει αύξηση μισθών ή μια επαναπρόσληψη κάποιου απολυμένου εργάτη. Αυτή η εξέλιξη σε ένα συνδικάτο θεωρείται «νίκη». Όμως η νίκη αυτή συνήθως είναι και το τέλος του αγώνα για τους εργάτες, που σημαίνει και τη συναίνεση τους στις συνθήκες εκμετάλλευσης, που υφίστανται αυτοί και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι και μη.
Από την άλλη όταν αγωνιζόμαστε στα πλαίσια του εργασιακού χώρου, διεκδικώντας τα εργατικά μας δικαιώματα, εκτός των άλλων ο αγώνας αυτός χαρακτηρίζεται από μερικότητα και αποσπασματικότητα. Όσο έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβανόμαστε το από πού(;) προέρχεται η εκμετάλλευση και το πως (;) μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε συνολικά.
Στην πορεία του ο συνδικαλιστικός αγώνας λόγω του ότι έχει αιτηματικό χαρακτήρα καταλήγει να αποδέχεται το να υπάρχει ως διαιτητής μεταξύ εργαζομένων και αφεντικών ένας ρυθμιστικός μηχανισμός όπως είναι το κράτος. Έτσι τα συνδικάτα κατά την όποια αντιπαράθεση τους με τα αφεντικά, απαιτούν από το κράτος καλύτερες ρυθμίσεις όσον αφορά την εργατική νομοθεσία. Το αποτέλεσμα είναι το κράτος ως ο βασικός μηχανισμός και θεσμός της κυριαρχίας να μην δέχεται τα πυρά των εκμεταλλευόμενων αλλά να θεωρείται ως ο απαραίτητος ρυθμιστής και διαμεσολαβητής μεταξύ εργαζομένων και αφεντικών, αλλά και γενικότερα ως απαραίτητος ρυθμιστής της κοινωνίας.
Στον ριζοσπαστικό συνδικαλισμό θεωρείται δεδομένο ότι η εργασία θα πρέπει να υπάρχει ως τέτοια μόνο που θα πρέπει να οικειοποιηθεί από τους εργάτες και τις εργάτριες συνολικά. Όμως από την αναρχική οπτική που θεωρεί την απελευθέρωση αδιαχώριστη από την αρμονική συνύπαρξη ανθρώπων και φύσης η πρόταση του ριζοσπαστικού συνδικαλισμού είναι ελλιπής και ασύμβατη. Οι εκμεταλλευόμενοι στην προσπάθεια τους να αυτοδιαχειριστούν την βιομηχανική παραγωγή θα αναγκαστούν να αναπαράγουν τις σχέσεις εξουσίας, συνεχίζοντας παράλληλα την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.
Η εκμετάλλευση δεν είναι ένα γεγονός που συμβαίνει μόνο τη στιγμή της παραγωγή, αλλά ακόμα και κατά την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων και ρόλων. Σχέσεις και ρόλοι οι οποίοι κατασκευάστηκαν για να εξυπηρετούν τα συμφέροντα και την διαιώνιση της κυριαρχίας.
Η πραγματικότητα είναι ότι ο συνδικαλισμός μπορεί να έχει και αντιεξουσιαστικά χαρακτηριστικά αφού μπορεί να βρίσκεται έξω και ενάντια σε καθεστωτικές κομματικές και συνδικαλιστηκές γραμμές. Αλλά ο συνδικαλισμός δεν μπορεί να έχει αναρχική προοπτική για τους λόγους που αναφέραμε. Μέλημα των αναρχικών είναι ο αγώνας θεώρησης και πράξης για την αναρχία, την απελευθέρωση από κάθε μηχανισμό εξουσίας και επιβολής. Άρα η πρώτη κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση είναι να βγούμε από το «παιχνίδι» και να αυτοκαθοριστούμε αγωνιζόμενοι ενάντια στο σύνολο των καταπιεστικών θεσμών της κυριαρχίας. Για αυτό οι αναρχικοί-ες δεν συναλλάσσονται με κανένα μηχανισμό εξουσίας και δει με το κράτος, αλλά αγωνίζονται για την καταστροφή τους. Δεν κάνουν αιτηματικούς αγώνες, δεν κάνουν εκπτώσεις στις αναρχικές τους απόψεις, ούτε φοράνε προσωπεία για να γίνουν αρεστοί και να «μαζικοποιήσουν». Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι ένα κλειστό και αντικοινωνικό κλαμπ.
Οι αναρχικοί-ες δεν έχουν «υποχρέωση» να οργανώσουν ένα συνδικαλιστικό ή ένα συντεχνιακό αγώνα αλλά να οργανωθούν οι ίδιοι και να παρακινήσουν άλλους να οργανωθούν σε αναρχικές ομάδες που να έρχονται σε συνολική ρήξη με την κυριαρχία. Ο συνδικαλιστικός αγώνας είναι αδιέξοδος επειδή ελέγχεται καθολικά από τους χειρισμούς της κυριαρχίας και δεν έχει να δώσει κάτι προς μια απελευθερωτική προοπτική.
Δεν σνομπάρουμε τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, αφού όσοι είμαστε στη θέση αυτή είμαστε λόγω της επιβολής και του εξαναγκασμού από την εξουσία. Κατ’ εμάς ο εργασιακός χώρος είναι ένας χώρος στον οποίο οι αναρχικοί-ες μπορούν να διαδώσουν τις απόψεις τους, να είναι αλληλέγγυοι αλλά χωρίς να ταυτίζονται με αυτόν. Αυτό που θέλουμε να εκφράσουμε είναι η άποψη ότι ο συνδικαλιστικός αγώνας όσο παραμένει τέτοιος δεν έχει να οδηγήσει κάπου αλλού έξω από τις εξουσιαστικά δομημένες συνθήκες.
Σύμπραξη για την αναρχία